Νεοσύλλεκτος στα ιταλικά

Μετάφραση: νεοσύλλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
recluta, reclutare, inductee, Famer, del inductee, inductee di
Νεοσύλλεκτος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νεοσύλλεκτος

νεοσύλλεκτος αγγλικα, νεοσύλλεκτος λεξικό γλώσσας ιταλικά, νεοσύλλεκτος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • νεκρό στα ιταλικά - neutro, neutrale, morto, morti, morta, morte, guasto
  • νεκρός στα ιταλικά - morto, assolutamente, morti, morta, morte, guasto
  • νεράιδα στα ιταλικά - fata, fairy, leggiadramente, fatato, fatina
  • νεροποντή στα ιταλικά - acquazzone, diluvio, pioggia, downpour, rovescio
Τυχαίες λέξεις
Νεοσύλλεκτος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: recluta, reclutare, inductee, Famer, del inductee, inductee di