Νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά
Μετάφραση: νεοσύλλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рецидиви, призовник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεοσύλλεκτος
νεοσύλλεκτος αγγλικα, νεοσύλλεκτος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- νεκρό στα ουκρανικά - середній, безсторонній, нейтральний, проміжний, мертвих, мертві
- νεκρός στα ουκρανικά - глухої, неживий, помирати, глухий, мертвий, мертвих, мертві
- νεράιδα στα ουκρανικά - казковий, феєричний, фея, чарівний
- νεροποντή στα ουκρανικά - злива, зливу, зливи
Τυχαίες λέξεις
Νεοσύλλεκτος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рецидиви, призовник
Μεταφράσεις: рецидиви, призовник