Νεοσύλλεκτος στα ρουμανικά
Μετάφραση: νεοσύλλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
inductee
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεοσύλλεκτος
νεοσύλλεκτος αγγλικα, νεοσύλλεκτος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, νεοσύλλεκτος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- νεκρό στα ρουμανικά - neutru, mort, morți, murit, moartă, moarte
- νεκρός στα ρουμανικά - mort, morți, murit, moartă, moarte
- νεράιδα στα ρουμανικά - zână, fairy, basm, Zana, Zana din
- νεροποντή στα ρουμανικά - ploaie torențială, ploaie, torențială, ploi torențiale, averse
Τυχαίες λέξεις
Νεοσύλλεκτος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: inductee
Μεταφράσεις: inductee