Ομοφυλόφιλος στα ιταλικά
Μετάφραση: ομοφυλόφιλος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giocondo, gaio, festoso, lieto, allegro, gay, omosessuale
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοφυλόφιλος
ομοφυλόφιλος γεννιέσαι ή γίνεσαι, ομοφυλόφιλος γκέι, ομοφυλόφιλος γκέι ομοφυλοφιλία, ομοφυλόφιλος βελουχιώτης, ομοφυλόφιλος πατέρας, ομοφυλόφιλος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ομοφυλόφιλος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ομοσπονδιακός στα ιταλικά - federale, Federal, federali, Confederazione
- ομοφυλοφιλία στα ιταλικά - omosessualità, L'omosessualità, dell'omosessualità, all'omosessualità, sull'omosessualità
- ομοφωνία στα ιταλικά - unanimità, all'unanimità, l'unanimità, dell'unanimità
- ομπρέλα στα ιταλικά - ombrello, parapioggia, ombrellone, l'ombrello, umbrella, dell'ombrello
Τυχαίες λέξεις
Ομοφυλόφιλος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: giocondo, gaio, festoso, lieto, allegro, gay, omosessuale
Μεταφράσεις: giocondo, gaio, festoso, lieto, allegro, gay, omosessuale