Ομοφυλόφιλος στα εσθονικά
Μετάφραση: ομοφυλόφιλος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
homo, ei, lustlik, gei, Gay, geide
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοφυλόφιλος
ομοφυλόφιλος γεννιέσαι ή γίνεσαι, ομοφυλόφιλος γκέι, ομοφυλόφιλος γκέι ομοφυλοφιλία, ομοφυλόφιλος βελουχιώτης, ομοφυλόφιλος πατέρας, ομοφυλόφιλος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ομοφυλόφιλος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ομοσπονδιακός στα εσθονικά - föderaalagent, konföderaat, föderaalne, föderaal-, föderaalse, föderaal, föderaalsete
- ομοφυλοφιλία στα εσθονικά - homoseksualism, homoseksuaal, homoseksuaalsus, homoseksuaalsuse, homoseksuaalsust, et homoseksuaalsuse
- ομοφωνία στα εσθονικά - üksmeel, konsensus, üksmeelsus, ühehäälselt, ühehäälsuse, ühehäälsust
- ομπρέλα στα εσθονικά - meduus, vihmavari, kaitsevari, katuse, vihmavarju, katusorganisatsioon, egiidi
Τυχαίες λέξεις
Ομοφυλόφιλος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: homo, ei, lustlik, gei, Gay, geide
Μεταφράσεις: homo, ei, lustlik, gei, Gay, geide