Ομοφυλόφιλος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ομοφυλόφιλος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гей
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοφυλόφιλος
ομοφυλόφιλος γεννιέσαι ή γίνεσαι, ομοφυλόφιλος γκέι, ομοφυλόφιλος γκέι ομοφυλοφιλία, ομοφυλόφιλος βελουχιώτης, ομοφυλόφιλος πατέρας, ομοφυλόφιλος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ομοφυλόφιλος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ομοσπονδιακός στα λευκορωσικά - федэральны, федэральная, федэральную, фэдэральны
- ομοφυλοφιλία στα λευκορωσικά - гомасэксуалізм, гомасексуалізм, гамасэксуалізм, дзе гомасэксуалізм, гомасэксуалізму
- ομοφωνία στα λευκορωσικά - аднадушнасць, адзінадушша, аднадушша, згоду, аднадушнасьць
- ομπρέλα στα λευκορωσικά - парасон, зонт
Τυχαίες λέξεις
Ομοφυλόφιλος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гей
Μεταφράσεις: гей