Σταθμός στα ιταλικά

Μετάφραση: σταθμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stazione, posto, posta, ferroviaria, stazione di, stazione della, station
Σταθμός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σταθμός

σταθμός λιοσίων, σταθμός εμπορευματοκιβωτίων πειραιά (σεπ α.ε.), σταθμός λιοσίων χάρτης, σταθμός πελοποννήσου, σταθμός της εκκλησίας της ελλάδος, σταθμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, σταθμός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • σταθερότητα στα ιταλικά - fermezza, stabilità, la stabilità, di stabilità, stabilità dei, della stabilità
  • σταθμίζω στα ιταλικά - ponderare, ponderata, ponderato, pesata, ponderata del, ponderata dei
  • σταλάζω στα ιταλικά - stillare, grondare, gocciolare, ruscelletto, filo, rivolo, trickle
  • σταματώ στα ιταλικά - arginare, fermo, pausa, verificare, sostare, fermare, arresto, ...
Τυχαίες λέξεις
Σταθμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: stazione, posto, posta, ferroviaria, stazione di, stazione della, station