Σταθμός στα λιθουανικά
Μετάφραση: σταθμός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
punktas, stotis, postas, stoties, station, stotelė, stotį
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταθμός
σταθμός λιοσίων, σταθμός εμπορευματοκιβωτίων πειραιά (σεπ α.ε.), σταθμός λιοσίων χάρτης, σταθμός πελοποννήσου, σταθμός της εκκλησίας της ελλάδος, σταθμός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σταθμός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σταθερότητα στα λιθουανικά - stabilumas, stabilumo, stabilumą, stabilumui, pastovumas
- σταθμίζω στα λιθουανικά - svertinis, svertinė, svertinį, svertinio, svorinis
- σταλάζω στα λιθουανικά - lašėti, srovelė, sroventi, almėti, lašėjimas, mažas kiekis
- σταματώ στα λιθουανικά - tikrinimas, derėti, čekis, pauzė, išbandyti, tikti, pertrauka, ...
Τυχαίες λέξεις
Σταθμός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: punktas, stotis, postas, stoties, station, stotelė, stotį
Μεταφράσεις: punktas, stotis, postas, stoties, station, stotelė, stotį