Διακριτικό στα κροατικά
Μετάφραση: διακριτικό, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
karakterističan, prepoznatljiv, osobit, osebujna, osebujan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικό
διακριτικό δάσους, διακριτικό φλερτ, διακριτικό μακιγιάζ ματιών, διακριτικό σήμα, διακριτικό γνώρισμα, διακριτικό λεξικό γλώσσας κροατικά, διακριτικό στα κροατικά
Μεταφράσεις
- διακοσμώ στα κροατικά - nakititi, kititi, okititi, iskititi, dekorirati, šljokica, blistava kapljica, ...
- διακρίσεις στα κροατικά - lučenje, razlikovanje, diskriminaciju, diskriminacija, diskriminacije, diskriminaciji, diskriminacijom
- διακριτικός στα κροατικά - pametan, diskretan, oprezan, uzdržljiv, karakterističan, prepoznatljiv, osobit, ...
- διακριτικότητα στα κροατικά - tajnost, diskrecija, razboritost, diskreciju, diskrecije, diskretnost, diskrecijsko pravo
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικό στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: karakterističan, prepoznatljiv, osobit, osebujna, osebujan
Μεταφράσεις: karakterističan, prepoznatljiv, osobit, osebujna, osebujan