Διακριτικό στα λετονικά
Μετάφραση: διακριτικό, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
īpatnējs, atšķirīgs, raksturīgs, atšķirtspēja, atšķirtspēju
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικό
διακριτικό δάσους, διακριτικό φλερτ, διακριτικό μακιγιάζ ματιών, διακριτικό σήμα, διακριτικό γνώρισμα, διακριτικό λεξικό γλώσσας λετονικά, διακριτικό στα λετονικά
Μεταφράσεις
- διακοσμώ στα λετονικά - vizulis, vizuļot
- διακρίσεις στα λετονικά - diskriminācija, diskrimināciju, diskriminācijas
- διακριτικός στα λετονικά - īpatnējs, atšķirīgs, raksturīgs, atšķirtspēja, atšķirtspēju
- διακριτικότητα στα λετονικά - piesardzība, rīcības brīvība, rīcības brīvību, diskrecionārā vara, brīvība
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικό στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: īpatnējs, atšķirīgs, raksturīgs, atšķirtspēja, atšķirtspēju
Μεταφράσεις: īpatnējs, atšķirīgs, raksturīgs, atšķirtspēja, atšķirtspēju