Διακριτικό στα ουκρανικά

Μετάφραση: διακριτικό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
інтуїції, відмітний, відмітна, характерний, розпізнавальний, відмінна
Διακριτικό στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακριτικό

διακριτικό δάσους, διακριτικό φλερτ, διακριτικό μακιγιάζ ματιών, διακριτικό σήμα, διακριτικό γνώρισμα, διακριτικό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διακριτικό στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διακοσμώ στα ουκρανικά - обробляти, орденами, прикрашати, декорувати, стеклярус
  • διακρίσεις στα ουκρανικά - дискримінація, дискримінаційний, проникливість, дискримінацію, дискримінації
  • διακριτικός στα ουκρανικά - стриманий, роздільний, дискретний, обачний, обачливий, роз'єднаний, розсудливий, ...
  • διακριτικότητα στα ουκρανικά - обережність, обачність, осторога, розсуд
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: інтуїції, відмітний, відмітна, характерний, розпізнавальний, відмінна