Διακριτικό στα νορβηγικά
Μετάφραση: διακριτικό, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
karakteristiske, særegne, særegen, særpreget, karakteristisk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικό
διακριτικό δάσους, διακριτικό φλερτ, διακριτικό μακιγιάζ ματιών, διακριτικό σήμα, διακριτικό γνώρισμα, διακριτικό λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διακριτικό στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διακοσμώ στα νορβηγικά - dekorere, smykke, spangle, glitring
- διακρίσεις στα νορβηγικά - diskriminering, forskjellsbehandling, diskriminerings, diskrimineringen
- διακριτικός στα νορβηγικά - taktfull, karakteristiske, særegne, særegen, særpreget, karakteristisk
- διακριτικότητα στα νορβηγικά - diskresjon, skjønn, forgodtbefinnende, eget skjønn
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικό στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: karakteristiske, særegne, særegen, særpreget, karakteristisk
Μεταφράσεις: karakteristiske, særegne, særegen, særpreget, karakteristisk