Επινοώ στα κροατικά
Μετάφραση: επινοώ, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izumiti, novčić, novac, kovanica, Coin, kovanice
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επινοώ
επινοώ συνωνυμο, επινοώ συνώνυμα, επινοώ συνώνυμο, επινοώ σημασία, επινοώ λεξικό γλώσσας κροατικά, επινοώ στα κροατικά
Μεταφράσεις
- επινοητικός στα κροατικά - dovitljiv, spretan, dosjetljiv, snalažljiv, snalažljivi, snalažljiva
- επινοητικότητα στα κροατικά - snalažljivost, snalažljivosti, obilnost u sredstvima
- επιπλέον στα κροατικά - nadalje, dodatni, dodatna, dodatnih, dodatno, dodatnu
- επιπλέω στα κροατικά - lebdjeti, plutati, izdati, kola, splav, emitirati, plovak, ...
Τυχαίες λέξεις
Επινοώ στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: izumiti, novčić, novac, kovanica, Coin, kovanice
Μεταφράσεις: izumiti, novčić, novac, kovanica, Coin, kovanice