Επινοώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: επινοώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
манета, монета
Επινοώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επινοώ

επινοώ συνωνυμο, επινοώ συνώνυμα, επινοώ συνώνυμο, επινοώ σημασία, επινοώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επινοώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • επινοητικός στα λευκορωσικά - знаходлівы
  • επινοητικότητα στα λευκορωσικά - знаходлівасць, вынаходлівасьць, вынаходлівасць
  • επιπλέον στα λευκορωσικά - дадатковы, дадатковая, дадатковую
  • επιπλέω στα λευκορωσικά - плаваць, паплавок, поплавок, паплаўку
Τυχαίες λέξεις
Επινοώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: манета, монета