Επινοώ στα τούρκικα

Μετάφραση: επινοώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tasarlamak, sikke, para, Coin, jeton, madeni para
Επινοώ στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επινοώ

επινοώ συνωνυμο, επινοώ συνώνυμα, επινοώ συνώνυμο, επινοώ σημασία, επινοώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, επινοώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • επινοητικός στα τούρκικα - becerikli, becerikli bir, zengin kaynaklı
  • επινοητικότητα στα τούρκικα - beceriklilik, güçlülük, becerisini kullanarak, becerikliliği
  • επιπλέον στα τούρκικα - de, dahi, da, keza, ek, ilave, ek bir, ...
  • επιπλέω στα τούρκικα - yüzmek, şamandıra, yüzdürme, halka açıklık, şamandıralı, flot
Τυχαίες λέξεις
Επινοώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tasarlamak, sikke, para, Coin, jeton, madeni para