Οικείος στα κροατικά

Μετάφραση: οικείος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
intiman, prisan, povjerljiv, nagovijestiti, upoznat, upoznati, poznato, poznati, poznata
Οικείος στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικείος

οικείος ορισμός, οικείος δικηγορικός σύλλογος, οικείος δαίμονας, οικείος συνώνυμα, οικείος ετυμολογία, οικείος λεξικό γλώσσας κροατικά, οικείος στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • οδύνη στα κροατικά - bol, žalost, tuga, muka, tjeskoba, tjeskobe, vrisak
  • οθόνη στα κροατικά - nadzorni, prikaza, starješina, prikaz, otkriti, pratiti, monitora, ...
  • οικειοποιούμαι στα κροατικά - prigodnih, opredijeliti, prikladno, nadležna, oikeiopoioumai
  • οικειότητα στα κροατικά - upoznatost, intimnost, intimnosti, prisnost, prisnosti, intimu
Τυχαίες λέξεις
Οικείος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: intiman, prisan, povjerljiv, nagovijestiti, upoznat, upoznati, poznato, poznati, poznata