Οικείος στα τσεχικά

Μετάφραση: οικείος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
intimní, důvěrný, oznámit, naznačit, známý, povědomý, obeznámeni, obeznámen, seznámit
Οικείος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικείος

οικείος ορισμός, οικείος δικηγορικός σύλλογος, οικείος δαίμονας, οικείος συνώνυμα, οικείος ετυμολογία, οικείος λεξικό γλώσσας τσεχικά, οικείος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • οδύνη στα τσεχικά - zármutek, trápení, neštěstí, hoře, lítost, žal, smutek, ...
  • οθόνη στα τσεχικά - výstavka, vystavení, zobrazit, rozložit, vyložit, zobrazovat, vystavit, ...
  • οικειοποιούμαι στα τσεχικά - věnovat, vyhradit, přiměřený, přidělit, náležitý, patřičný, vhodný, ...
  • οικειότητα στα τσεχικά - familiárnost, důvěrnost, intimita, intimitu, intimity, intimnost
Τυχαίες λέξεις
Οικείος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: intimní, důvěrný, oznámit, naznačit, známý, povědomý, obeznámeni, obeznámen, seznámit