Οικείος στα λιθουανικά

Μετάφραση: οικείος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
susipažinęs, pažįstamas, susipažinę, susipažinti, žino
Οικείος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικείος

οικείος ορισμός, οικείος δικηγορικός σύλλογος, οικείος δαίμονας, οικείος συνώνυμα, οικείος ετυμολογία, οικείος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οικείος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • οδύνη στα λιθουανικά - skausmas, kančia, kančias, sielvartas
  • οθόνη στα λιθουανικά - monitorius, ekranas, ekrano, ekrane, ekranu, ekraną
  • οικειοποιούμαι στα λιθουανικά - oikeiopoioumai
  • οικειότητα στα λιθουανικά - intymumas, intymumo, artumas, draugystė
Τυχαίες λέξεις
Οικείος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: susipažinęs, pažįstamas, susipažinę, susipažinti, žino