Δαπανηρός στα λατινικά
Μετάφραση: δαπανηρός, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
carus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δαπανηρός
δαπανηρός συνώνυμο, δαπανηρός λεξικό γλώσσας λατινικά, δαπανηρός στα λατινικά
Μεταφράσεις
- δαπάνες στα λατινικά - erogatio
- δαπάνη στα λατινικά - erogatio, sumptus
- δασκάλα στα λατινικά - doctor, magister
- δασμοί στα λατινικά - officium
Τυχαίες λέξεις
Δαπανηρός στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: carus
Μεταφράσεις: carus