Δαπανηρός στα λιθουανικά
Μετάφραση: δαπανηρός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
brangus, brangu, brangi, brangios, brangiai kainuoja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δαπανηρός
δαπανηρός συνώνυμο, δαπανηρός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δαπανηρός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δαπάνες στα λιθουανικά - leidimas, vartojimas, išlaidos, sąnaudos, išlaidas, išlaidų, sąnaudas
- δαπάνη στα λιθουανικά - leidimas, vertė, išlaidos, vartojimas, kaina, sąnaudos, išlaidų, ...
- δασκάλα στα λιθουανικά - mokytojas, mokytoja, instruktorius, mokytojų, mokytojo, dėstytojas
- δασμοί στα λιθουανικά - muitas, pareigos, muitai, pareigas, muitų, mokesčiai
Τυχαίες λέξεις
Δαπανηρός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: brangus, brangu, brangi, brangios, brangiai kainuoja
Μεταφράσεις: brangus, brangu, brangi, brangios, brangiai kainuoja