Πενθώ στα λατινικά

Μετάφραση: πενθώ, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
doleo
Πενθώ στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πενθώ

πενθώ τον ήλιο, πενθώ μετάφραση, πενθώ συνόνυμα, πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται, πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμοσ, πενθώ λεξικό γλώσσας λατινικά, πενθώ στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • πενία στα λατινικά - paupertas
  • πενιχρός στα λατινικά - miser, pauper, miserabilis, inops, malus
Τυχαίες λέξεις
Πενθώ στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: doleo