Πενθώ στα τσεχικά

Μετάφραση: πενθώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
litovat, naříkat, truchlit, zarmoutit, rmoutit, trápit, oplakávat, truchlí, pláčou, truchlit pro
Πενθώ στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πενθώ

πενθώ τον ήλιο, πενθώ μετάφραση, πενθώ συνόνυμα, πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται, πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμοσ, πενθώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, πενθώ στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • πενήντα στα τσεχικά - padesátka, padesát, padesáti, padesáte
  • πενία στα τσεχικά - nouze, chudost, bída, ubohost, nedostatek, chudoba
  • πενιχρός στα τσεχικά - hubený, chabý, slabý, zatracený, vyzáblý, nuzný, nízký, ...
  • πεντάδα στα τσεχικά - kvintet, kvinteto, pět, pěti, Five, pětiletého
Τυχαίες λέξεις
Πενθώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: litovat, naříkat, truchlit, zarmoutit, rmoutit, trápit, oplakávat, truchlí, pláčou, truchlit pro