Πενθώ στα λετονικά
Μετάφραση: πενθώ, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sērot, sēro, vaimanās, sērojam, apraudāt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πενθώ
πενθώ τον ήλιο, πενθώ μετάφραση, πενθώ συνόνυμα, πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται, πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμοσ, πενθώ λεξικό γλώσσας λετονικά, πενθώ στα λετονικά
Μεταφράσεις
- πενήντα στα λετονικά - piecdesmit, fifty
- πενία στα λετονικά - nabadzība
- πενιχρός στα λετονικά - trūcīgs, nabadzīgs, nožēlojams, nobružāts, noplucis, shabby, nolaists
- πεντάδα στα λετονικά - pieci, piecu, pieciem, piecas, piecus
Τυχαίες λέξεις
Πενθώ στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: sērot, sēro, vaimanās, sērojam, apraudāt
Μεταφράσεις: sērot, sēro, vaimanās, sērojam, apraudāt