Πλεονέκτημα στα λατινικά

Μετάφραση: πλεονέκτημα, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
commodum, usus
Πλεονέκτημα στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλεονέκτημα

πλεονέκτημα τησ αμφιβολίασ, πλεονέκτημα αγγλικά, πλεονέκτημα συνώνυμο, συγκριτικό πλεονέκτημα, πλεονέκτημα αριστείον, πλεονέκτημα λεξικό γλώσσας λατινικά, πλεονέκτημα στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • πλεονεκτικός στα λατινικά - utilis
  • πλευρά στα λατινικά - vultus, facies, pars
Τυχαίες λέξεις
Πλεονέκτημα στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: commodum, usus