Πλεονέκτημα στα ρουμανικά
Μετάφραση: πλεονέκτημα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
avantaj, profită, profite, profita, profitat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλεονέκτημα
πλεονέκτημα τησ αμφιβολίασ, πλεονέκτημα αγγλικά, πλεονέκτημα συνώνυμο, συγκριτικό πλεονέκτημα, πλεονέκτημα αριστείον, πλεονέκτημα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πλεονέκτημα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- πλεξούδα στα ρουμανικά - șuviță, fir, strand, catenă, toron
- πλεονάζων στα ρουμανικά - redundant, concediați, redundante, redundantă, disponibilizați
- πλεονεκτικός στα ρουμανικά - avantajos, avantajoasă, avantajoase, avantajoasă din, avantajoase din
- πλευρά στα ρουμανικά - aspect, pantă, parte, lateral, partea, din partea, laterale
Τυχαίες λέξεις
Πλεονέκτημα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: avantaj, profită, profite, profita, profitat
Μεταφράσεις: avantaj, profită, profite, profita, profitat