Ενσταλάζω στα λετονικά
Μετάφραση: ενσταλάζω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
uzliet, ievilkties, iedvest, infūzijas veidā
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενσταλάζω
ενσταλάζω λεξικο, ενσταλάζω συνώνυμο, ενσταλάζω συνωνυμα, ενσταλάζω λεξικό γλώσσας λετονικά, ενσταλάζω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- ενσαρκώνω στα λετονικά - iemiesot, iemiesots, iemiesojums, miesa, iemiesotais
- ενσπείρω στα λετονικά - sēt, cūka, sivēnmāte, iedvest, iedvestu, ieaudzināt, jāiedveš, ...
- ενστικτωδώς στα λετονικά - instinktīvi, neviļus, instinktīvu
- ενστικτώδης στα λετονικά - instinktīvs, instinktīva, instinktīvais, instinktīvi, instinktīvas
Τυχαίες λέξεις
Ενσταλάζω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: uzliet, ievilkties, iedvest, infūzijas veidā
Μεταφράσεις: uzliet, ievilkties, iedvest, infūzijas veidā