Στερέωση στα λετονικά
Μετάφραση: στερέωση, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
labošana, remonts, nostiprināšana, noteikšana, fiksācija, fiksācijas, fiksāciju
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στερέωση
στερέωση σε γυψοσανίδα, στερέωση τεχνικό γραφείο, στερέωση λεξικό γλώσσας λετονικά, στερέωση στα λετονικά
Μεταφράσεις
- στενός στα λετονικά - šaurs, blīvs, aizvērt, tuvu, tuvu atrodas, tuvumā, netālu
- στενόχωρος στα λετονικά - neērts, neērti, diskomforta, nepatīkami
- στερεοτυπία στα λετονικά - stereotips, stereotipu, Stereotipi, stereotipiem
- στερεοτυπώ στα λετονικά - stereotips, stereotipu, Stereotipi, stereotipiem
Τυχαίες λέξεις
Στερέωση στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: labošana, remonts, nostiprināšana, noteikšana, fiksācija, fiksācijas, fiksāciju
Μεταφράσεις: labošana, remonts, nostiprināšana, noteikšana, fiksācija, fiksācijas, fiksāciju