Στερέωση στα ρουμανικά
Μετάφραση: στερέωση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fixare, fixarea, de fixare, fixă, fixare a
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στερέωση
στερέωση σε γυψοσανίδα, στερέωση τεχνικό γραφείο, στερέωση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, στερέωση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- στενός στα ρουμανικά - strâmt, închidere, închide, aproape, strânsă, aproape de
- στενόχωρος στα ρουμανικά - incomod, inconfortabil, disconfort, incomode, confortabile
- στερεοτυπία στα ρουμανικά - stereotip, stereotipul, stereotipuri, stereotipului, stereotipe
- στερεοτυπώ στα ρουμανικά - stereotip, stereotipul, stereotipuri, stereotipului, stereotipe
Τυχαίες λέξεις
Στερέωση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: fixare, fixarea, de fixare, fixă, fixare a
Μεταφράσεις: fixare, fixarea, de fixare, fixă, fixare a