Αναπηρία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αναπηρία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
інваліднасці, інваліднасьці
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπηρία
αναπηρία 67, αναπηρία και ανικανότητα, αναπηρία σήμερα, αναπηρία τώρα, αναπηρία εκπαίδευση και κοινωνική δικαιοσύνη, αναπηρία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναπηρία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αναπαριστώ στα λευκορωσικά - аднаўляюць, ўзнаўляюць
- αναπηδώ στα λευκορωσικά - скакаць, вясна
- αναπληρωματικός στα λευκορωσικά - substractional
- αναπληρωτής στα λευκορωσικά - намеснік, намесьнік, намесніца
Τυχαίες λέξεις
Αναπηρία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: інваліднасці, інваліднасьці
Μεταφράσεις: інваліднасці, інваліднасьці