Αναπηρία στα τσεχικά

Μετάφραση: αναπηρία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
invalidita, postižení, zdravotního postižení, zdravotní postižení, invalidní
Αναπηρία στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπηρία

αναπηρία 67, αναπηρία και ανικανότητα, αναπηρία σήμερα, αναπηρία τώρα, αναπηρία εκπαίδευση και κοινωνική δικαιοσύνη, αναπηρία λεξικό γλώσσας τσεχικά, αναπηρία στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αναπαριστώ στα τσεχικά - potěšit, pobavit, osvěžit, rozptýlit, obnovit, občerstvit, reenact, ...
  • αναπηδώ στα τσεχικά - poskakovat, přeskočit, počátek, odskočit, pramen, vyskočit, elastičnost, ...
  • αναπληρωματικός στα τσεχικά - náhradník, zástupce, nahrazovat, hra, zastupující, zastoupit, hraní, ...
  • αναπληρωτής στα τσεχικά - náhradník, přidělený, doplněk, prozatímní, adjunkt, náhrada, připojený, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπηρία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: invalidita, postižení, zdravotního postižení, zdravotní postižení, invalidní