Αναπηρία στα σουηδικά
Μετάφραση: αναπηρία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
funktionshinder, handikapp, invaliditet, funktionsnedsättning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπηρία
αναπηρία 67, αναπηρία και ανικανότητα, αναπηρία σήμερα, αναπηρία τώρα, αναπηρία εκπαίδευση και κοινωνική δικαιοσύνη, αναπηρία λεξικό γλώσσας σουηδικά, αναπηρία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αναπαριστώ στα σουηδικά - reenact, gestaltar
- αναπηδώ στα σουηδικά - ursprung, språng, källa, hopp, brunn, hoppa, fjäder, ...
- αναπληρωματικός στα σουηδικά - vikarie, suppleant, spel, substractional
- αναπληρωτής στα σουηδικά - suppleant, vice, biträdande, ställföreträdande, ställföreträdare
Τυχαίες λέξεις
Αναπηρία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: funktionshinder, handikapp, invaliditet, funktionsnedsättning
Μεταφράσεις: funktionshinder, handikapp, invaliditet, funktionsnedsättning