Μαθήτρια στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μαθήτρια, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
школьніца
Μαθήτρια στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαθήτρια

μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της.. (δες πως πήγε ), μαθήτρια που γδύνεται στην τάξη, μαθήτρια τούμπανο, μαθήτρια δείχνει τα γεννητικά της όργανα, μαθήτρια-τούμπανο έπεσε και έδειξε στήθος στην παρέλαση, μαθήτρια λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μαθήτρια στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μαζεύω στα λευκορωσικά - збіраць, зьбіраць
  • μαζικός στα λευκορωσικά - маса, шмат, вага
  • μαθηματικά στα λευκορωσικά - матэматыка
  • μαθηματικός στα λευκορωσικά - матэматык
Τυχαίες λέξεις
Μαθήτρια στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: школьніца