Μπιζέλι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μπιζέλι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гарох, горох
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπιζέλι
μπιζέλι φυτό, μπιζέλι και εγκυμοσύνη, μπιζέλι γιαχνί, μπιζέλι καλλιέργεια, μπιζέλι θερμίδες, μπιζέλι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μπιζέλι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μπετόν στα λευκορωσικά - бетон
- μπηχτή στα λευκορωσικά - саджаць, bichti
- μπικουτί στα λευκορωσικά - бігудзі
- μπισκότο στα λευκορωσικά - печыва, пячэнне
Τυχαίες λέξεις
Μπιζέλι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гарох, горох
Μεταφράσεις: гарох, горох