Μπιζέλι στα τούρκικα
Μετάφραση: μπιζέλι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bezelye, pea, nohut
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπιζέλι
μπιζέλι φυτό, μπιζέλι και εγκυμοσύνη, μπιζέλι γιαχνί, μπιζέλι καλλιέργεια, μπιζέλι θερμίδες, μπιζέλι λεξικό γλώσσας τούρκικα, μπιζέλι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μπετόν στα τούρκικα - beton, somut, için beton, Concrete, somut bir
- μπηχτή στα τούρκικα - bichti
- μπικουτί στα τούρκικα - silindir, bigudi, curler
- μπισκότο στα τούρκικα - bisküvi, biscuit, kurabiye, bisküvilik
Τυχαίες λέξεις
Μπιζέλι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bezelye, pea, nohut
Μεταφράσεις: bezelye, pea, nohut