Πειράζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πειράζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дражніць, цвяліць, Дражняць, дражніцца
Πειράζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειράζω

πειράζω λεξικό, πειράζω συνωνυμα, πειράζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πειράζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πεινασμένος στα λευκορωσικά - галодны, галодныя
  • πεινώ στα λευκορωσικά - голад, голаду
  • πειραματίζομαι στα λευκορωσικά - эксперымент, экспэрымэнт
  • πειραματικός στα λευκορωσικά - эксперыментальны, экспэрымэнтальны
Τυχαίες λέξεις
Πειράζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дражніць, цвяліць, Дражняць, дражніцца