Πειράζω στα πολωνικά

Μετάφραση: πειράζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
droczyć, dokuczać, drażnić, złośliwiec, kpiarz, docinać, dokucza, Tease
Πειράζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειράζω

πειράζω λεξικό, πειράζω συνωνυμα, πειράζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, πειράζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • πεινασμένος στα πολωνικά - zachłanny, ubogi, jałowy, zachłannie, głodny, drapieżny, wilczy, ...
  • πεινώ στα πολωνικά - przymierać, zagładzać, zagłodzić, głodzić, głodować, morzyć, głód, ...
  • πειραματίζομαι στα πολωνικά - eksperymentowanie, doświadczać, eksperyment, eksperymentować, próba, doświadczenie, eksperymentu, ...
  • πειραματικός στα πολωνικά - eksperymentalny, doświadczalny, experimental, eksperymentalne, eksperymentalna
Τυχαίες λέξεις
Πειράζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: droczyć, dokuczać, drażnić, złośliwiec, kpiarz, docinać, dokucza, Tease