Πειράζω στα σουηδικά
Μετάφραση: πειράζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
reta, tease, retas, retsticka, retar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειράζω
πειράζω λεξικό, πειράζω συνωνυμα, πειράζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, πειράζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πεινασμένος στα σουηδικά - hungrig, hungriga, hungrigt, sugen, är hungrig
- πεινώ στα σουηδικά - hungra, hunger, svält, hungern, svälten
- πειραματίζομαι στα σουηδικά - experiment, prov, experimentera, experimentet, försök, försöket
- πειραματικός στα σουηδικά - experimentell, experimentella, försöks, experiment, experimentellt
Τυχαίες λέξεις
Πειράζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: reta, tease, retas, retsticka, retar
Μεταφράσεις: reta, tease, retas, retsticka, retar