Συνεισφέρω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: συνεισφέρω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спрыяць, садзейнічаць
Συνεισφέρω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεισφέρω

συνεισφέρω προστακτική, συνεισφέρω συνώνυμα, συνεισφέρω translate, συνεισφορά συνώνυμα, συνεισφέρω κλιση, συνεισφέρω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνεισφέρω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • συνεδρίαση στα λευκορωσικά - сустрэча, встреча
  • συνειδητά στα λευκορωσικά - свядома, сьвядома
  • συνεισφορά στα λευκορωσικά - ўклад, уклад, ўнёсак, унёсак, фундуш
  • συνενώνω στα λευκορωσικά - кангламерат, канглямэрат
Τυχαίες λέξεις
Συνεισφέρω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: спрыяць, садзейнічаць