Άμεσος στα λιθουανικά
Μετάφραση: άμεσος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skubus, tiesiogiai, tiesioginis, tiesioginio, tiesioginė, tiesioginės
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμεσος
άμεσος δράση, άμεσοσ coombs, άμεσοσ φωτισμόσ, άμεσος στα αγγλικά, άμεσος συνεργός, άμεσος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, άμεσος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- άμβλωση στα λιθουανικά - abortas, abortų, abortai, abortą, abortus
- άμεμπτος στα λιθουανικά - nesutepti, nekalti, nepeiktinas, priekaištų, nekaltas
- άμμος στα λιθουανικά - smėlis, smėlio, Sand, smėliu, smėlį
- άμορφος στα λιθουανικά - beformis, beformė, be formos, neturi pavidalo, belytis
Τυχαίες λέξεις
Άμεσος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skubus, tiesiogiai, tiesioginis, tiesioginio, tiesioginė, tiesioginės
Μεταφράσεις: skubus, tiesiogiai, tiesioginis, tiesioginio, tiesioginė, tiesioginės