Ακαθάριστος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ακαθάριστος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bruto, bendrasis, bendras, bendroji, Gross
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακαθάριστος
ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, ακαθάριστοσ σχηματισμόσ κεφαλαίου, ακαθάριστος μισθός, ακαθάριστος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ακαθάριστος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ακαδημία στα λιθουανικά - akademija, akademijos, Academy, akademijoje, mokslų akademija
- ακαδημαϊκός στα λιθουανικά - laipsnis, akademinis, mokslo, akademinės, akademinė, akademiniai
- ακαθαρσία στα λιθουανικά - priemaiša, priemaišas, priemaišų, priemaišos
- ακαθόριστος στα λιθουανικά - permainingas, neramus, nenusistovėjęs, neapgyvendintas, nenusėdęs
Τυχαίες λέξεις
Ακαθάριστος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: bruto, bendrasis, bendras, bendroji, Gross
Μεταφράσεις: bruto, bendrasis, bendras, bendroji, Gross