Ακαθάριστος στα σουηδικά
Μετάφραση: ακαθάριστος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brutto, grov, fet, brutto-, total
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακαθάριστος
ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, ακαθάριστοσ σχηματισμόσ κεφαλαίου, ακαθάριστος μισθός, ακαθάριστος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ακαθάριστος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ακαδημία στα σουηδικά - akademi, akademin, Academy, akademien
- ακαδημαϊκός στα σουηδικά - akademisk, akademiker, akademiska, akademiskt, den akademiska, vetenskaplig
- ακαθαρσία στα σουηδικά - orenhet, förorening, förorenings, föroreningen, orenheter
- ακαθόριστος στα σουηδικά - otydlig, vag, oklar, oroligt, orolig, oroliga, oreglerade, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακαθάριστος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: brutto, grov, fet, brutto-, total
Μεταφράσεις: brutto, grov, fet, brutto-, total