Ακαθάριστος στα ιταλικά
Μετάφραση: ακαθάριστος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
grosso, grasso, completo, pingue, lordo, lorda, lordi, al lordo, grave
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακαθάριστος
ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, ακαθάριστοσ σχηματισμόσ κεφαλαίου, ακαθάριστος μισθός, ακαθάριστος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακαθάριστος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ακαδημία στα ιταλικά - accademia, academy, dell'accademia, un'accademia, all'accademia
- ακαδημαϊκός στα ιταλικά - accademico, accademica, accademici, scolastico, accademiche
- ακαθαρσία στα ιταλικά - impurità, impurezza, di impurità, impurezze, l'impurità
- ακαθόριστος στα ιταλικά - ermetico, indistinto, incerto, vago, instabile, instabili, inquieto, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακαθάριστος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: grosso, grasso, completo, pingue, lordo, lorda, lordi, al lordo, grave
Μεταφράσεις: grosso, grasso, completo, pingue, lordo, lorda, lordi, al lordo, grave