Ανεκτικότητα στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανεκτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tolerancija, tolerancijos, nuokrypis, toleranciją, leistinas nuokrypis
Ανεκτικότητα στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεκτικότητα

διαφορετικότητα ανεκτικότητα, ανοχή ανεκτικότητα, ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, ανεκτικότητα εκθεση, ανεκτικότητα αντίθετο, ανεκτικότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανεκτικότητα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανεκτίμητος στα λιθουανικά - neįkainojamas, neįkainojama, neįkainojamą, neįvertinamas, priceless
  • ανεκτικός στα λιθουανικά - tolerantiškas, atsparias, tolerantiški, tolerantiška, tolerantiškos
  • ανεκτός στα λιθουανικά - pakankamas, toleruotina, toleruotinos, toleruotinas, toleruotino
  • ανελέητος στα λιθουανικά - negailestinga, Pamiętliwy, nemoka atleisti
Τυχαίες λέξεις
Ανεκτικότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tolerancija, tolerancijos, nuokrypis, toleranciją, leistinas nuokrypis