Ανεκτικότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: ανεκτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tolerans, toleransı, hoşgörü, toleranslı, toleransının
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεκτικότητα
διαφορετικότητα ανεκτικότητα, ανοχή ανεκτικότητα, ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, ανεκτικότητα εκθεση, ανεκτικότητα αντίθετο, ανεκτικότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανεκτικότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ανεκτίμητος στα τούρκικα - paha biçilmez, paha, paha biçilemez, paha biçilmez bir, priceless
- ανεκτικός στα τούρκικα - hoşgörülü, toleranslı, dayanıklı, hoşgörülü bir, tolerans
- ανεκτός στα τούρκικα - tolere, tolere edilebilir, tolere edilebilen, olarak tolere edilebilir, kabul edilebilir
- ανελέητος στα τούρκικα - keskin, affetmez, acımasız, acimasiz, affetmeyen, hoşgörülü
Τυχαίες λέξεις
Ανεκτικότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tolerans, toleransı, hoşgörü, toleranslı, toleransının
Μεταφράσεις: tolerans, toleransı, hoşgörü, toleranslı, toleransının