Ανεκτικότητα στα ρουμανικά
Μετάφραση: ανεκτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
toleranţă, toleranță, toleranța, toleranței, toleranta, de toleranță
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεκτικότητα
διαφορετικότητα ανεκτικότητα, ανοχή ανεκτικότητα, ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, ανεκτικότητα εκθεση, ανεκτικότητα αντίθετο, ανεκτικότητα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ανεκτικότητα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ανεκτίμητος στα ρουμανικά - inestimabil, neprețuit, nepretuit, de nepretuit, neprețuită, de neprețuit
- ανεκτικός στα ρουμανικά - tolerant, tolerante, tolerantă, toleranți, toleranta
- ανεκτός στα ρουμανικά - tolerabil, admisibil, tolerabilă, tolerabile, tolerată
- ανελέητος στα ρουμανικά - nemilos, neiertat, neiertător, neiertătoare, neiertator, neiertatoare
Τυχαίες λέξεις
Ανεκτικότητα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: toleranţă, toleranță, toleranța, toleranței, toleranta, de toleranță
Μεταφράσεις: toleranţă, toleranță, toleranța, toleranței, toleranta, de toleranță