Δελεαστικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: δελεαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
viliojantis, masinantis, Przyciągający, patrauklus, viliojanti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δελεαστικός
δελεαστικός συνώνυμα, δελεαστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δελεαστικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δεκτός στα λιθουανικά - Priimamos, Priimta, Priimta redkolegijos, Priimtas
- δελεάζω στα λιθουανικά - saldžiažodžiavimas, meilikavimas, Glaimot, Lišķēšana, Lišķēt
- δελτίο στα λιθουανικά - anketa, rūšis, sudaryti, klasė, blankas, biuletenis, biuletenį, ...
- δελφίνι στα λιθουανικά - delfinas, Dolphin, delfinų, delfinai, keliantys grėsmę delfinams
Τυχαίες λέξεις
Δελεαστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: viliojantis, masinantis, Przyciągający, patrauklus, viliojanti
Μεταφράσεις: viliojantis, masinantis, Przyciągający, patrauklus, viliojanti