Δελεαστικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: δελεαστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
примамливи, заводлива, примамливиот, заводлив, примамлива
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δελεαστικός
δελεαστικός συνώνυμα, δελεαστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δελεαστικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- δεκτός στα σλαβομακεδονικά - прифатените, прифатени, прифатената, прифатен, прифатена
- δελεάζω στα σλαβομακεδονικά - Blarney
- δελτίο στα σλαβομακεδονικά - билтен, огласна, огласната, огласни, билтенот
- δελφίνι στα σλαβομακεδονικά - делфин, делфинот, делфини, делфините, на делфин
Τυχαίες λέξεις
Δελεαστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: примамливи, заводлива, примамливиот, заводлив, примамлива
Μεταφράσεις: примамливи, заводлива, примамливиот, заводлив, примамлива