Δελεαστικός στα πολωνικά

Μετάφραση: δελεαστικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ponętny, uwodzicielski, zabójczy, pociągający, nęcący, powabny
Δελεαστικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δελεαστικός

δελεαστικός συνώνυμα, δελεαστικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, δελεαστικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • δεκτός στα πολωνικά - możliwy, akceptowalny, dopuszczalny, zaakceptowany, przyjęty, akceptowane, akceptowaną, ...
  • δελεάζω στα πολωνικά - powab, mamić, zwabić, kusić, wab, nęcić, wabik, ...
  • δελτίο στα πολωνικά - ławka, postać, uformować, ustanowić, komunikat, blankiet, oddział, ...
  • δελφίνι στα πολωνικά - dalba, delfin, delfinów, dolphin, delfina
Τυχαίες λέξεις
Δελεαστικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ponętny, uwodzicielski, zabójczy, pociągający, nęcący, powabny