Θρέφω στα λιθουανικά
Μετάφραση: θρέφω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
maitina
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρέφω
θρέφω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θρέφω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- θορυβώδης στα λιθουανικά - triukšmingas, triukšminga, triukšmingoje, triūkšminga, triukšmingo
- θράσος στα λιθουανικά - skruostas, įžūlumas, Bezwstyd, Nachalność, Nekaunība, Bezczelność
- θρέψη στα λιθουανικά - mityba, maistas, mitybos, maistingumo, maistingumą, apie maistingumą
- θρήσκος στα λιθουανικά - religinis, religinė, religinės, religinių, religinę
Τυχαίες λέξεις
Θρέφω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: maitina
Μεταφράσεις: maitina