Θρέφω στα ουγγρικά
Μετάφραση: θρέφω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
táplálja, táplál, Ápol, táplálgatja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρέφω
θρέφω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θρέφω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- θορυβώδης στα ουγγρικά - kiabáló, zajos, hangos, a zajos, zajosak
- θράσος στα ουγγρικά - orca, elszántság, arcátlanság, pimaszság, arcátlan
- θρέψη στα ουγγρικά - táplálék, táplálás, táplálkozás, táplálkozási, a táplálkozás
- θρήσκος στα ουγγρικά - vallási, vallásos, a vallási, egyházi, a vallásos
Τυχαίες λέξεις
Θρέφω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: táplálja, táplál, Ápol, táplálgatja
Μεταφράσεις: táplálja, táplál, Ápol, táplálgatja